Του Βάσου Π. Καραμπίλια
Χρόνια Πολλά σε όσους δάκρυσαν γι’ αυτή την πατρίδα, έστω και μια φορά σε μια ζωή.Κι όμως, μία χούφτα σπουδαίοι δίδαξαν ομοψυχία. Δίδαξαν γενναιότητα. Δίδαξαν τι μπορεί να κάνει αυτός ο τόπος με το “Εμείς” και χωρίς το “Εγώ”. Αλήθεια από τότε πόσα “Εμείς” είπαμε; Πόσα “Εμείς” προτάξαμε; Πόσα “Εμείς” έχουμε να θυμόμαστε;
Η σημερινή μέρα αν γίνει αποκλειστικά ημέρα μνήμης, πατριωτικών λόγων και μεγάλων λέξεων, θα είναι μία μέρα “μισή”. Δεν θα το ήθελαν ούτε εκείνοι οι σπουδαίοι Έλληνες, που επιτρέψτε μου να πω ότι δεν βγαίνουν πλέον.
Σήμερα λοιπόν πρέπει να είναι και μέρα μνήμης αλλά και μέρα σχεδιασμού για τα επόμενα 100 χρόνια; Πως θέλουμε να γιορτάσουν τα εγγόνια και τα δισέγγονά μας τα 300 χρόνια Ελλάδας…; Θέλουμε να βρουν μία Ελλάδα αλλιώτικη. Μία Ελλάδα ζωντανό παράδειγμα και ζηλευτή για τους άλλους. Μία Ελλάδα του “Εμείς” και όχι του “Εγώ”.
Όπως έλεγε ο Μακρυγιάννης: “Το λοιπόν εδουλέψαμεν όλοι μαζί, για να φυλάμεν την πατρίδα κι όλοι μαζί, και να μην λέγει ούτε ο δυνατός «εγώ» ούτε ο αδύνατος. Ξέρετε πότε να λέγει ο καθείς «εγώ»; Όταν αγωνιστεί μόνος του και φκιάσει ή χαλάσει, να λέγει «εγώ»· όταν όμως αγωνίζονται πολλοί και φκιάνουν, τότε να λένε «εμείς». Είμαστε εις το «εμείς» κι όχι εις το «εγώ»Όχι άλλο “Εγώ”, όχι άλλη διχόνοια, όχι άλλη μεμψιμοιρία. “Μαλώνουμε για τα αξιώματα και αφήσαμε την πατρίδα στο έλεος του θεού…” είχε φωνάξει ο Παπαφλέσσας. Πόσο επίκαιρα όλα αυτά…
Θα τελειώσω με ό,τι πιο αληθινό έχω διαβάσει ποτέ. Ο Νίκος Καζαντζάκης αναφέρει στο βιβλίο του ”Ο Χριστός ξανασταυρώνεται”:«Μια μέρα ο Αλλάχ βρέθηκε μπόσικος, έπιασε φωτιά και κοπριά κι έπλασε το Ρωμιό. Μα ευτύς, ως τον είδε, το μετάνιωσε. Είχε ένα μάτι ο αφιλότιμος που τρυπούσε ατσάλι.Τι να γίνει τώρα, μουρμούρισε ο Αλλάχ, την έπαθα.
Ας πιάσω να κάμω τώρα τον Τούρκο, να σφάξει το Ρωμιό, να βρει ο κόσμος την ησυχία του. Και ευτύς, χωρίς να χασομεράει, βάνει σ’ ένα ταψί τον Τούρκο και το Ρωμιό να παλέψουν. Πάλευαν, πάλευαν ως το βράδυ, κανένας δεν έριχνε κάτω τον άλλον, μα ευτύς ως σκοτείνιασε, βάνει ο άτιμος Ρωμιός τρικλοποδιά, κάτω ο Τούρκος. Ο διάολος θα με πάρει, μουρμούρισε ο Αλλάχ, την έπαθα πάλι. Τούτοι οι Ρωμιοί θα φάνε τον κόσμο, πάνε οι κόποι μου χαμένοι. Τι να κάμω;
Όλη νύχτα δεν έκλεισε μάτι ο κακομοίρης, μα το πρωί, πετάχτηκε απάνω και χτύπησε τις χερούκλες του: Βρήκα βρήκα φώναξε. Έπιασε πάλι φωτιά και κοπριά, κι έφτιαξε έναν άλλο Ρωμιό, και τους έβαλε στο ταψί να παλέψουν. Άρχισε το πάλεμα. Τρικλοποδιά ο ένας, τρικλοποδιά κι ο άλλος. Μπηχτές ο ένας, μπηχτές κι ο άλλος. Μπαμπεσιά ο ένας, μπαμπεσιά κι ο άλλος. Πάλευαν, πάλευαν, έπεφταν, σηκώνουνταν, πάλευαν πάλι, ξανάπεφταν, ξανασηκώνουνταν, πάλευαν. Κι ακόμα παλεύουν! Κι έτσι ο κόσμος βρήκε την ησυχία του…»
Οι διδαχές του παρελθόντος περνούν στο χρόνο και αφήνουν στίγματα.Χρόνια Πολλά λοιπόν σε μία πατρίδα, που όσο κι αν πληγώνεται από τα ίδια τα παιδιά της, που όσο βαριά κι αν αιμορραγεί, έχει μάθει να ζει…
*Ο Βάσος Π. Καραμπίλιας είναι δικηγόρος Αθηνών, μέλος του Μητρώου στελεχών της Ν.Δ., επιστημονικός συνεργάτης στη Βουλή των Ελλήνων.