Σεισμολόγοι και γεωλόγοι καλούνται αυτά τα κρίσιμα 24ωρα να απαντήσουν εάν ο δεύτερος σεισμός στην Ελασσόνα ήταν μετασεισμός ή αποτελούσε ένα δεύτερο κύριο σεισμό χωρίς να μπορεί να αποκλειστεί και η ενεργοποίηση άλλων ρηγμάτων της Θεσσαλίας
Απόλυτα επιφυλακτικοί για την εξέλιξη του σεισμικού φαινομένου στη Θεσσαλία είναι οι ειδικοί επιστήμονες μετά τον σεισμό των 5,9 Ρίχτερ στην Ελασσόνα, καθώς ακόμα και γι΄ αυτούς αποτέλεσε έκπληξη η δεύτερη ισχυρή δόνηση, η οποία έπληξε την περιοχή επιβαρύνοντας ακόμα περισσότερο την κατάσταση των κατοίκων και αποτελώντας μια δεύτερη μεγάλη πρόκληση για τα ήδη ταλαιπωρημένα κτίρια της περιοχής καθώς προκάλεσε ακόμα και την αποκόλληση βράχου από τα Μετέωρα.
Σεισμολόγοι και γεωλόγοι καλούνται αυτά τα κρίσιμα 24ωρα να απαντήσουν σε ένα βασικό ερώτημα, εάν η δεύτερη δόνηση ήταν
μετασεισμός ή αποτελούσε ένα δεύτερο κύριο
σεισμό, ο οποίος θα έχει την παράλληλη δική του μετασεισμική ακολουθία.
Παπαδόπουλος: Πλούσια η μετασεισμική ακολουθία
Για τον διευθυντή Ερευνών Σεισμολογίας στο Γεωδυναμικό Ινστιτούτο και υπεύθυνο του Εθνικού Κέντρου Προειδοποίησης για τσουνάμι
, Γεράσιμο Παπαδόπουλο, ο κίνδυνος στην περιοχή δεν έχει περάσει και κατά συνέπεια συστήνει επαγρύπνηση. Προειδοποιεί ότι θα υπάρξει
πλούσια μετασεισμική ακολουθία, η οποία θα διαρκέσει για μεγάλο χρονικό διάστημα,
χωρίς όμως να αποκλείει με δηλώσεις του στο ethnos.gr, την ενεργοποίηση και άλλων εντελώς διαφορετικών ρηγμάτων στην περιοχή της Θεσσαλίας: «
Η δεύτερη δόνηση ανέτρεψε πλήρως τα δεδομένα που εξετάσαμε στον πρώτο
σεισμό. Πλέον, δεν μπορούμε να αποκλείσουμε το ενδεχόμενο ενεργοποίησης και άλλων ρηγμάτων στην περιοχή παρά το γεγονός ότι πρόκειται μάλλον για μία μικρή πιθανότητα αφού οι δύο σεισμοί εκτιμούμε πως έχουν εκμηδενίσει την ενέργεια στο συγκεκριμένο σημείο. Ωστόσο, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε πλέον την αθροιστική επίδραση των
σεισμών» εξηγεί.
Προσθέτει, μάλιστα, ότι η βόρεια Θεσσαλία είχε «ησυχάσει» από μεγάλους σεισμούς τους τελευταίους δύο αιώνες με τους σεισμολόγους να αναμένουν ένα φαινόμενο ήδη από τη δεκαετία του ΄90 εν αντιθέσει με τη νότια Θεσσαλία, η οποία είχε σεισμική δραστηριότητα τις δεκαετίες του ΄50 και του ΄80. Αυτού του είδους τα μεγάλα «σεισμικά κενά» είναι γνώριμα στην περιοχή, αλλά λόγω της συχνότητας επανάληψης των δύο αιώνων προκαλούν συχνά μια «χαλάρωση» στον πληθυσμό.
Το ρήγμα που πυροδότησε τον πρώτο σεισμό, έχει αποσαφηνιστεί πλέον ότι είναι αυτό του Τυρνάβου. Πρόκειται για ένα ρήγμα πολύ καλά μελετημένο και χαρτογραφημένο εδώ και δεκαετίες με δυνατότητα πρόκλησης σεισμού έως περίπου 6 Ρίχτερ, γι΄ αυτό και ο πρώτος σεισμός είχε θεωρηθεί ότι «μηδένισε» το δυναμικό του. Προβληματισμό προκαλεί η ταυτότητα του ρήγματος που έδωσε τον χθεσινό σεισμό δεδομένου ότι ήταν άγνωστο ίσως επειδή δεν έβγαινε στην επιφάνεια. Πιθανότατα ήταν «θαμμένο».
Χατζηπέτρος: Είμαστε επιφυλακτικοί για τον σεισμό
«Τα μεγέθη των δύο σεισμών είναι πολύ κοντινά. Παραμένουμε επιφυλακτικοί μέχρι να τεκμηριωθεί εάν πρόκειται για μετασεισμό του ίδιου ρήγματος του Τυρνάβου ή εάν πρόκειται για ενεργοποίηση διπλανού ρήγματος, το οποίο φορτίστηκε από τον πρώτο σεισμό. Στη δεύτερη περίπτωση πρόκειται για την ίδια ρηξιγενή ζώνη και την ενεργοποίηση ενός άλλου τμήματος της ίδιας ζώνης» λέει στο ethnos.gr ο αναπληρωτής καθηγητής Γεωλογίας του ΑΠΘ, Αλέξανδρος Χατζηπέτρος, ο οποίος το Σαββατοκύριακο θα βρεθεί στην περιοχή προκειμένου να διερευνήσει το σημείο.
Κουκουβέλας: Ο δεύτερος σεισμός επαναπροσδιόρισε τις προκλήσεις
Επιφυλακτικός για τα χαρακτηριστικά του φαινομένου είναι και ο καθηγητής Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Πατρών, Ιωάννης Κουκουβέλας, ο οποίος διενεργεί έρευνες με κλιμάκιο του Τμήματος στην περιοχή από την πρώτη στιγμή: «Ο δεύτερος ισχυρός σεισμός επαναπροσδιόρισε τις προκλήσεις. Είναι νωρίς για να εξάγουμε συμπεράσματα», λέει προσθέτοντας πως αυτό που τον προβληματίζει περισσότερο είναι το ότι «από την έρευνα πεδίου δεν έχουμε ακόμα ισχυρά στοιχεία ως προς το τι ακριβώς συνέβη. Δεν βλέπουμε το ρήγμα στην επιφάνεια. Θα χρειαστούμε κάποιες μέρες για να καταλήξουμε σε συμπεράσματα. Το σίγουρο είναι ότι κινήθηκε προς τα βορειοδυτικά προσεγγίζοντας ορεινές κοινότητες, οι οποίες ευτυχώς είναι αραιοκατοικημένες», καταλήγει.
Πηγή: ethnos.gr